Η Παραθορμόνη μετά από τη Θυρεοειδεκτομή – Ποια η Θεραπεία
Οι παραθυρεοειδείς αδένες εντοπίζονται στην περιοχή του τραχήλου, σε στενή ανατομική σχέση με τον θυρεοειδή αδένα. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, οι παραθυρεοειδείς αδένες έχουν μέγεθος φακής, με το βάρος κάθε αδένα να μην ξεπερνά τα 35 – 40 mg. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων εφάπτονται στην οπίσθια επιφάνεια του θυρεοειδούς αδένα, ενώ σπανίως (στο 3% των ανθρώπων) ενδέχεται να περικλείονται εντός του σύστοιχου λοβού του θυρεοειδούς αδένα. Η τυπική ανατομική τους θέση, λοιπόν, εντοπίζεται πλησίον και οπισθίως του άνω και κάτω πόλου του θυρεοειδούς αδένα αμφοτερόπλευρα. Συνεπώς διακρίνουμε τον άνω και κάτω δεξιό και τον άνω και κάτω αριστερό παραθυρεοειδή αδένα.
Ο συνήθης αριθμός των παραθυρεοειδών αδένων είναι τέσσερις, το οποίο απαντάται στο 87 – 90% των ανθρώπων. Στο 10 – 13% του πληθυσμού, ωστόσο, ο αριθμός τους μπορεί να κυμαίνεται από πέντε έως και οκτώ. Στις περιπτώσεις αυτές, οι υπεράριθμοι αδένες βρίσκονται συνηθέστερα σε κάποια έκτοπη θέση (θύμος αδένας, μεσοθωράκιο, καρωτιδικό έλυτρο) (έκτοπος παραθυρεοειδής).
Η παραθορμόνη αποτελεί μία ορμόνη που παράγεται και εκκρίνεται από τους παραθυρεοειδείς αδένες. Ο βιολογικός ρόλος της παραθορμόνης συνίσταται στην, από κοινού με τη βιταμίνη D και την καλσιτονίνη (ορμόνη που παράγεται από τα κύτταρα C του θυρεοειδούς), ρύθμιση των επιπέδων ασβεστίου στο αίμα. Ο βαθμός έκκρισης της παραθορμόνης καθορίζεται από τα επίπεδα ασβεστίου του αίματος μέσω ενός παλίνδρομου ρυθμιστικού μηχανισμού. Τα χαμηλά επίπεδα ασβεστίου αίματος διεγείρουν την έκκριση της παραθορμόνης, ενώ τα υψηλά επίπεδα ασβεστίου αίματος καταστέλλουν την έκκρισή της.
Η παραγωγή και έκκριση της παραθορμόνης εξαρτάται από την ανατομική και λειτουργική ακεραιότητα των παραθυρεοειδών αδένων, η οποία εξαρτάται άμεσα από την αιμάτωση των παραθυρεοειδών αδένων. Συνεπώς, κάθε χειρουργική επέμβαση στο θυρεοειδή αδένα μπορεί, ενδεχομένως, να διαταράξει την αιμάτωση των παραθυρεοειδών αδένων και ως εκ τούτου την παραγωγή της παραθορμόνης.
Η θυρεοειδεκτομή αποτελεί μία λεπτή και ιδιαίτερα απαιτητική χειρουργική επέμβαση. Αυτό οφείλεται στην ανάγκη διατήρησης των «ευγενών» ανατομικών δομών που γειτνιάζουν με το θυρεοειδή αδένα, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι παραθυρεοειδείς αδένες και τα παλίνδρομα λαρυγγικά νεύρα.
Οι χειρουργικοί χειρισμοί στην περιοχή των παραθυρεοειδών αδένων κατά τη θυρεοειδεκτομή έχουν κάποιες φορές ως αποτέλεσμα την προσωρινή διαταραχή της αιμάτωσής τους, γεγονός που μετεγχειρητικά μεταφράζεται σε ελαττωμένα επίπεδα παραθορμόνης αίματος, τα οποία, ωστόσο, επιστρέφουν στο φυσιολογικό εντός των πρώτων ωρών έως 2 ημερών από το χειρουργείο.
Κατά συνέπεια, όταν η θυρεοειδεκτομή πραγματοποιείται από έναν έμπειρο και εξειδικευμένο χειρουργό στη χειρουργική του θυρεοειδούς και των παραθυρεοειδών αδένων, η αναγνώριση και η διατήρηση της αιμάτωσης των παραθυρεοειδών αδένων εξασφαλίζει τα φυσιολογικά επίπεδα της παραθορμόνης μετά τη θυρεοειδεκτομή, όπως άλλωστε είναι υπό φυσιολογικές συνθήκες.
Συνοψίζοντας, τα επίπεδα της παραθορμόνης μετά τη θυρεοειδεκτομή πρέπει να είναι στο φυσιολογικό εύρος. Διεθνείς έρευνες έχουν αποδείξει πως η εξειδίκευση του χειρουργού στη χειρουργική του θυρεοειδούς και των παραθυρεοειδών αδένων αποτελεί εγγυάται τόσο την ασφάλεια της επέμβασης αφαίρεσης του θυρεοειδούς όσο και την εξασφάλιση της φυσιολογικής λειτουργίας των παραθυρεοειδών αδένων μετά τη θυρεοειδεκτομή.
Παραθορμόνη χαμηλή μετά από τη Θυρεοειδεκτομή
Η χαμηλή παραθορμόνη μετά τη θυρεοειδεκτομή αποτελεί μία κατάσταση που ονομάζεται μετεγχειρητικός υποπαραθυρεοειδισμός. Τα χαμηλά επίπεδα, λοιπόν, της παραθορμόνης μετά τη θυρεοειδεκτομή προκαλούνται από την ανεπάρκεια των παραθυρεοειδών αδένων να παράγουν επαρκείς ποσότητες παραθορμόνης, κατάσταση που μπορεί να οφείλεται σε δύο αιτίες:
- Διαταραχή της αιμάτωσης όλων των παραθυρεοειδών αδένων ή
- Αφαίρεση τουλάχιστον 2 ή ακόμη και 3 παραθυρεοειδών αδένων κατά τη θυρεοειδεκτομή, εξαιτίας λανθασμένης τεχνικής του χειρουργού.
Επιπρόσθετα, η χαμηλή παραθορμόνη μετά τη θυρεοειδεκτομή (υποπαραθυρεοειδισμός) μπορεί να είναι:
- Προσωρινή: ο προσωρινός υποπαραθυρεοειδισμός υποχωρεί εντός των πρώτων 6 μηνών από το χειρουργείο ή
- Μόνιμη: ο μόνιμος υποπαραθυρεοειδισμός εξακολουθεί να υφίσταται ακόμη και μετά τους 6 μήνες από τη θυρεοειδεκτομή.
Ο προσωρινός υποπαραθυρεοειδισμός οφείλεται συνήθως στη διαταραχή της αιμάτωσης όλων των παραθυρεοειδών αδένων κατά τη θυρεοειδεκτομή, ενώ ο μόνιμος υποπαραθυρεοειδισμός προκαλείται από τη λανθασμένη αφαίρεση κάποιων παραθυρεοειδών αδένων μαζί με το θυρεοειδή αδένα, συνηθέστερα στα πλαίσια ριζικότητας κάποιας θυρεοειδεκτομής για καρκίνο θυρεοειδούς.
Χαμηλή Παραθορμόνη μετά από Θυρεοειδεκτομή – Συμπτώματα και Θεραπεία
Οι ασθενείς που πάσχουν από μετεγχειρητικό υποπαραθυρεοειδισμό εμφανίζουν, στην πλειονότητά τους, τα συμπτώματα και σημεία της χαμηλής παραθορμόνης και συνεπώς του χαμηλού ασβεστίου στο αίμα (υπασβεστιαιμία), τα οποία περιλαμβάνουν:
- Μυϊκή αδυναμία
- Έντονοι μυϊκοί σπασμοί (τετανία)
- Μούδιασμα πέριξ του στόματος και στα άκρα των δακτύλων των χεριών
- Καρδιακές αρρυθμίες
Η θεραπεία του μετεγχειρητικού υποπαραθυρεοειδισμού, δηλαδή των χαμηλών επιπέδων παραθορμόνης μετά τη θυρεοειδεκτομή, στοχεύει στη διόρθωση των χαμηλών επιπέδων ασβεστίου αίματος στα φυσιολογικά όρια, γεγονός που θα αποτρέψει την εμφάνιση των συμπτωμάτων της υπασβεστιαιμίας.
Η θεραπεία της χαμηλής παραθορμόνης μετά τη θυρεοειδεκτομή περιλαμβάνει τη χορήγηση από του στόματος βιταμίνης D, σε συνδυασμό με συμπληρώματα ασβεστίου, με στόχο την επίτευξη φυσιολογικών επιπέδων ασβεστίου στο αίμα. Τα συμπληρώματα ασβεστίου αυξάνουν τα επίπεδα του ασβεστίου στον οργανισμό, ενώ η ταυτόχρονη χορήγηση βιταμίνης D μεγιστοποιεί την απορρόφηση του ασβεστίου των συμπληρωμάτων από το έντερο.
Στην περίπτωση του προσωρινού υποπαραθυρεοειδισμού, τα επίπεδα της παραθορμόνης και του ασβεστίου ανακάμπτουν εντός των πρώτων 6 μηνών από τη θυρεοειδεκτομή, οπότε και η θεραπεία διακόπτεται. Στις καταστάσεις, ωστόσο, μόνιμου μετεγχειρητικού υποπαραθυρεοειδισμού, η θεραπεία είναι απαραίτητο να συνεχιστεί εφ’όρου ζωής, προς αποφυγή πρόκλησης των συμπτωμάτων και σημείων της υπασβεστιαιμίας.
Ο εξειδικευμένος χειρουργός Δρ. Κωνσταντίνος Αποστόλου, είναι στη διάθεσή σας για να απαντήσει και να λύσει κάθε απορία σας. Μην διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας για οτιδήποτε σας απασχολεί.