Τι είναι ο υποθυρεοειδισμός;
Ο υποθυρεοειδισμός συνιστά μία κατάσταση ανεπαρκούς παραγωγής ορμονών από τον θυρεοειδή αδένα, οι οποίες δεν επαρκούν για την κάλυψη των μεταβολικών αναγκών του οργανισμού. Διακρίνεται σε υποκλινικό (έλλειψη συμπτωμάτων) και σε κλινικό (παρουσία συμπτωμάτων) υποθυρεοειδισμό.
Η αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα Hashimoto αποτελεί τη συχνότερη αιτία υποθυρεοειδισμού στον δυτικό κόσμο, ενώ παράλληλα αποτελεί και παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη καρκίνου του θυρεοειδούς αδένα. Αντιθέτως, η ανεπαρκής διατροφική πρόσληψη ιωδίου συνιστά τη συνηθέστερη αιτία υποθυρεοειδισμού σε παγκόσμια κλίμακα.
Ποια συμπτώματα προκαλεί;
Ο υποθυρεοειδισμός εκδηλώνεται με την παρουσία μη ειδικών συμπτωμάτων και σημείων, στα οποία συγκαταλέγονται το αίσθημα εύκολης κόπωσης, η πρόσληψη σωματικού βάρους, η δυσκοιλιότητα, η ξηροδερμία, η τριχόπτωση, η δυσανεξία στο ψύχος και στις γυναίκες, οι μεταβολές του εμμηνορρυσιακού κύκλου.
Εξαιτίας της μη ειδικής φύσης των συμπτωμάτων και σημείων, συχνά αυτά διαλάθουν της προσοχής του ασθενούς και η διάγνωση του υποθυρεοειδισμού συνηθέστερα γίνεται μετά από την εκτίμηση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα.
Θεραπευτική Αντιμετώπιση
Η θεραπεία του υποθυρεοειδισμού συνίσταται στην αναπλήρωση των θυρεοειδικών ορμονών μέσω της χορήγησης λεβοθυροξίνης από του στόματος, η οποία αποτελεί συνθετικό ανάλογο της θυροξίνης (Τ4) που παράγεται και εκκρίνεται φυσιολογικά από τον θυρεοειδή αδένα. Η δόση της χορηγούμενης λεβοθυροξίνης εξατομικεύεται με βάση το βάρος, την ηλικία και την υπολειπόμενη λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα και ρυθμίζεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, εκτιμώντας τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών και της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) στο αίμα του ασθενούς.