Χρονικό Διάστημα μεταξύ Θυρεοειδεκτομής – Ραδιενεργού Ιωδίου & Καρκίνος Θυρεοειδούς
Τι είναι το ραδιενεργό ιώδιο;
Το ραδιενεργό ιώδιο αποτελεί τη ραδιενεργό μορφή του ιωδίου που παράγεται τεχνητά από το ιώδιο που υπάρχει σε αφθονία στη φύση. Υπάρχουν δύο τύποι ραδιενεργού ιωδίου διαθέσιμοι σήμερα, το ραδιενεργό ιώδιο – 123 (Ι-123) και το ραδιενεργό ιώδιο – 131 (Ι-131).
Το Ι-123 χρησιμοποιείται μόνο για διαγνωστικούς σκοπούς, καθώς δεν έχει τη δυνατότητα καταστροφής των κυττάρων-στόχων. Αντιθέτως, το Ι-131 μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο διαγνωστικά όσο και θεραπευτικά, με τη χορήγησή του να βρίσκει, συνήθως, εφαρμογή στον θεραπευτικό τομέα.
Πως σχετίζεται το ραδιενεργό ιώδιο με το θυρεοειδή αδένα και τον καρκίνο θυρεοειδούς;
Το ιώδιο είναι εξαιρετικά απαραίτητο στο θυρεοειδή αδένα για τη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών, δηλαδή της Τ3 και της Τ4. Συνεπεία της υψηλής συγγένειάς του με το θυρεοειδή αδένα και τα κύτταρά του, η χορήγηση ραδιενεργού ιωδίου – 131 προκαλεί την καταστροφή των κυττάρων αυτών καθώς και των ενδεχόμενων υπολειμμάτων κυττάρων καρκίνου.
Πόσο διάστημα μετά τη θυρεοειδεκτομή θα πρέπει, εφόσον ενδείκνυται, να χορηγείται το ραδιενεργό ιώδιο;
Πολυάριθμες επιστημονικές έρευνες έχουν εξετάσει το ιδανικό χρονικό διάστημα χορήγησης της θεραπείας με ραδιενεργό ιώδιο μετά τη θυρεοειδεκτομή, η οποία μπορεί να συνοδεύεται και από λεμφαδενικό καθαρισμό τραχήλου, στους ασθενείς με καρκίνο θυρεοειδούς.
Κοινή αφετηρία όλων των ερευνών ήταν η παραδοχή πως όσο νωρίτερα μετά τη θυρεοειδεκτομή χορηγείται το ραδιενεργό ιώδιο, τόσο αυξάνεται η αποτελεσματικότητά του, γεγονός που συνεπάγεται τα βέλτιστα θεραπευτικά αποτελέσματα.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, νεότερες έρευνες έχουν αμφισβητήσει την πεποίθηση αυτή και σε ορισμένες περιπτώσεις την έχουν, κιόλας, ανατρέψει.
Συνεπεία όλων αυτών των αντικρουόμενων αποτελεσμάτων, γεννάται το ερώτημα του ιδανικού χρόνου χορήγησης του ραδιενεργού ιωδίου σε ασθενείς με καρκίνο θυρεοειδούς που υποβλήθηκαν σε θυρεοειδεκτομή.
Η επιστημονική έρευνα
Την απάντηση στο ερώτημα αυτό έρχεται να δώσει μία έρευνα που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο επιστημονικό ιατρικό περιοδικό Cancer Medicine.
Η έρευνα συνέκρινε τα αποτελέσματα της πρώιμης (εντός 3 μηνών) και της καθυστερημένης (3 – 6 μήνες) χορήγησης ραδιενεργού ιωδίου σε ασθενείς με καρκίνο θυρεοειδούς που είχαν υποβληθεί σε θυρεοειδεκτομή, όσον αφορά την ανταπόκρισή τους σε αυτό καθώς και τη συνολική τους επιβίωση.
Συνολικά, 1224 ενήλικες ασθενείς με καλώς διαφοροποιημένο καρκίνο θυρεοειδούς (θηλώδης, θυλακιώδης ή καρκίνος Hürthle) που είχαν υποβληθεί σε ολική θυρεοειδεκτομή συμπεριλήφθησαν στη μελέτη, με τα χαρακτηριστικά τους να είναι:
- 830 ασθενείς έλαβαν πρώιμη θεραπεία
- 394 ασθενείς έλαβαν καθυστερημένη θεραπεία
- Μέση ηλικία: 43.4 έτη
- 71% γυναίκες ασθενείς
- Συνολική Δόση Ι-131 σε κάθε ασθενή: 80 – 150 mCi
Η παρακολούθηση όλων των ασθενών ήταν για ένα χρονικό διάστημα 7.2 μηνών μετά τη θεραπεία τους.
Η ανταπόκριση των ασθενών στη θεραπεία αξιολογήθηκε και κατηγοριοποιήθηκε, σύμφωνα με τα διεθνώς αποδεκτά πρότυπα, ως ακολούθως:
- Εξαιρετική Ανταπόκριση: απουσία νόσου στο υπερηχογράφημα και το σπινθηρογράφημα, με τιμές θυρεοσφαιρίνης (Tg) < 0.2 ng/ml (μη διεγερμένη) ή Tg < 1 ng/ml (διεγερμένη).
- Βιοχημικά Ελλιπής Ανταπόκριση: τιμές θυρεοσφαιρίνης (Tg) > 0.2 ng/ml (μη διεγερμένη) ή > 1 ng/ml (διεγερμένη), με απουσία, ωστόσο, νόσου στο υπερηχογράφημα και το σπινθηρογράφημα.
- Δομικά (Απεικονιστικά) Ελλιπής Ανταπόκριση: παρουσία νόσου στο υπερηχογράφημα και το σπινθηρογράφημα, με τιμές, ωστόσο, θυρεοσφαιρίνης (Tg) < 0.2 ng/ml (μη διεγερμένη) ή Tg < 1 ng/ml (διεγερμένη).
Τα ευρήματα της έρευνας
Η έρευνα, λοιπόν, αποκάλυψε πως η καθυστερημένη χορήγηση ραδιενεργού ιωδίου μετά τη θυρεοειδεκτομή, όχι μόνο δεν συνοδεύθηκε από χειρότερα αποτελέσματα αλλά αντιθέτως από ισάξια, ακόμη και βελτιωμένα θεραπευτικά αποτελέσματα, συγκριτικά με την πρώιμη χορήγησή του.
Πιο συγκεκριμένα, οι ασθενείς που έλαβαν καθυστερημένα τη θεραπεία με Ι-131 είχαν ισοδύναμη Εξαιρετική Ανταπόκριση με τους ασθενείς που έλαβαν πρώιμη θεραπεία.
Το πλέον σημαντικό, ωστόσο, είναι το εύρημα πως η καθυστερημένη χορήγηση Ι-131 συνοδεύθηκε από μία σημαντική ελάττωση κατά 33% του κινδύνου των ασθενών για Βιοχημικά ή/και Δομικά Ελλιπή Ανταπόκριση, σε σύγκριση με την πρώιμη χορήγησή του.
Επιπρόσθετα, η καθυστερημένη λήψη του Ι-131 δεν επιβάρυνε σε καμία περίπτωση τη συνολική επιβίωση των ασθενών, σε σύγκριση με την πρώιμη λήψη του.
Οι συγγραφείς συνέκριναν, επιπλέον, τα αποτελέσματα αυτά με αυτά της βιβλιογραφίας, πραγματοποιώντας μια μετα-ανάλυση του συνόλου των δημοσιευμένων μελετών επί του θέματος.
Τα αποτελέσματα της μετα-ανάλυσης έρχονται να επιβεβαιώσουν τα ανωτέρω ευρήματα. Οι ασθενείς που έλαβαν καθυστερημένα θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο – 131 εμφάνισαν βελτιωμένη Εξαιρετική Ανταπόκριση και ταυτόχρονα ελαττωμένη Βιοχημική και Δομική Ελλιπή Ανταπόκριση με ισοδύναμο ποσοστό συνολικής επιβίωσης, σε σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν πρώιμη θεραπεία.
Από τα ευρήματα της μετα-ανάλυσης θα πρέπει, επίσης, να τονισθεί πως τα πλεονεκτήματα της καθυστερημένης χορήγησης Ι-131, σε σύγκριση με την πρώιμη λήψη, αφορούσαν όλους τους ασθενείς, αλλά ήταν εξαιρετικά μεγεθυμένα στους ασθενείς με καρκίνο θυρεοειδούς ενδιάμεσης και υψηλής επικινδυνότητας.
Συμπεράσματα
Συμπερασματικά, η χορήγηση ραδιενεργού ιωδίου αποτελεί ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό συμπληρωματικό θεραπευτικό μέσο της χειρουργικής θεραπείας σε ασθενείς με καρκίνο θυρεοειδούς που πληρούν συγκεκριμένες ενδείξεις.
Σε αντίθεση με τις ήδη υπάρχουσες αντιλήψεις, η καθυστερημένη χορήγηση του ραδιενεργού ιωδίου μετά τη χειρουργική θεραπεία όχι μόνο δεν επιβαρύνει τους ασθενείς, αλλά αντιθέτως βελτιώνει τα θεραπευτικά αποτελέσματά του, το οποίο σαφέστατα μεταφράζεται σε βελτιωμένη ανταπόκριση των ασθενών στη θεραπεία.
Ο εξειδικευμένος χειρουργός Δρ. Κωνσταντίνος Αποστόλου, είναι στη διάθεσή σας για να απαντήσει και να λύσει κάθε απορία σας. Μην διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας για οτιδήποτε σας απασχολεί.